- εξωδεκτικός
- -ή, -όφρ. «εξωδεκτική αισθητικότητα» — η αισθητικότητα που δέχεται ερεθίσματα προερχόμενα από το εξωτερικό περιβάλλον (αφή, αίσθηση θερμοκρασίας και πόνου).
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αισθητικότητα — Σύνολο μεταβολών που εκδηλώνονται σε έναν ζωντανό οργανισμό ως αντιδράσεις προς ερεθίσματα που προέρχονται είτε από το εσωτερικό του είτε από το εξωτερικό περιβάλλον (δράσεις). Η α. συνδέεται με την αντίδραση του οργανισμού προς το ερέθισμα.… … Dictionary of Greek